Μόλις έμαθα πως κάποια απ’ τις πιο παλιές πελάτισσές μας έφυγε απο κόβιντ… Ανεμβολίαστη, αλλά τώρα δεν έχει σημασία αυτό. Ήταν πολύ γλυκιά και τη θυμάμαι ξεκάθαρα. Ερχόταν τακτικά. Κι άλλοι πελάτες μας έχουν πεθάνει, αλλά οι περισσότεροι ήταν αρκετά ηλικιωμένοι κ δεν έρχονταν οι ίδιοι για τα φάρμακά τους. Οπότε κάποιους δεν τους είχα γνωρίσει καν ή δεν θυμόμουν πια τη φυσιογνωμία τους. Αλλά η κυρα-Λένη, μέχρι πριν κάνα μήνα ίσως, είχε έρθει στο φαρμακείο μας και μάλιστα ήταν η μέρα που έκανε το αντιγριππικό εμβόλιο. Στενοχωρήθηκα. Ίσως επειδή τη θυμάμαι τόσο ξεκάθαρα. Το πρόσωπό της, τη φωνή της…
Αιωνία να είναι η μνήμη της, κι ο Θεός ας την αναπαύσει κοντά Του!
Πλέον μ’ ενοχλεί η μάσκα περισσότερο. Πλέον μ’ ενοχλούν οι «αρνητές» περισσότερο.
Και οι ηλίθιοι παντός είδους.
Στο αυτοκίνητο σαν οδηγώ, δεν έχω πια καμία υπομονή. Στο πρώτο τσακ, τον βρίζω τον άλλον άνθρωπο. Ακόμα δεν τον έχω βρίσει κατάμουτρα, να μ’ ακούσει εννοώ, αλλά φοβάμαι μήπως κάποια στιγμή γίνει κι αυτό.
Τόσο έχω κουραστεί, που δεν θέλω πια ν’ ακούω νέα. Δεν θέλω να διαβάσω κάποιο επιστημονικό άρθρο. Δεν θέλω ν’ ακούω για εμβόλια – ποια μάρκα, ποια δόση, ποια ηλικία…
Βαρέθηκα.
Κάθε μέρα σκοτώνεται ένα ολόκληρο πούλμαν με ανθρώπους, αλλά δεν δίνει σημασία κανείς, λες κι είναι φυσιολογικό. Όταν είναι έκτακτο το γεγονός ενός τροχαίου, όλοι συγκλονιζόμαστε. Όταν όμως κάθε μέρα πεθαίνουν 30-40 άνθρωποι από τον ιό, σφυρίζουμε αδιάφορα. Εξάλλου δε μας αφορά εφόσον δεν είναι η μάνα μας, η αδερφή μας, το παιδί μας ή ο μπατζανάκης μας… Για τους υπόλοιπους; σκασίλα μας…
Και ποιος ελέγχει δηλαδή το ο,τιδήποτε; Καφέ της γειτονιάς μου έχει μονίμως τους υπαλλήλους του χωρίς μάσκα- κατεβασμένη εννοείται, όχι και καθόλου!!! Φτιάχνουν τον καφέ σου, μιλάνε ταυτόχρονα, «φτύνουν» πάνω απ’ το ποτήρι σου και στον δίνουν να τον πιεις «στην υγειά σου»! Αμφιβάλλω και κατά πόσο κάνουν τεστ, αν έκαναν ποτέ…
Άλλος κόσμος… Έτσι αισθάνομαι καμιά φορά: πως ζω σε άλλο κόσμο…
Άκουγα προηγουμένως το Yesterday, «..now I long for yesterday», και σκεφτόμουν πως κι εγώ νοσταλγώ το χτες, ως προς τον κορωνοϊό. Νοσταλγώ το περπάτημα χωρίς μάσκα, την παρέα με φίλους σε σπίτια ή καφέ, την «ρουτίνα» της Κυριακής: εκκλησία κ μετά συζήτηση και χαζολόγημα μέχρι το μεσημέρι. Μετά φαγητό στα πεθερικά μου μαζί με τον Τάσο και την οικογένειά του. Νοσταλγώ πολλά, όταν μπορώ να βγω από την τωρινή κατάσταση και να θυμηθώ ότι κάποτε τα πράγματα ήταν διαφορετικά. Γιατί κοντεύουμε να συνηθίσουμε σ’ αυτή την παράλογη κατάσταση… Άλλοτε υπάρχουν φορές που θαρρώ πως όλο τούτο είναι ένα ψέμα, μια παρένθεση επιστημονικής φαντασίας! Και πως όλα αμέσως θα γυρίσουν στη νορμάλ κατάσταση τους.
Μα ποια είναι η νορμάλ κατάσταση; Ποιος την ορίζει; Τις περισσότερες φορές είναι που οι άνθρωποι δεν ζουν σε καιρούς ειρήνης κ εξέλιξης. Η δίκη μου γενιά που δεν έχει ζήσει μήτε πόλεμο, μήτε πείνα, μήτε ανέχεια είναι εξαίρεση. Άρα το δικό μου νορμάλ διαφέρει απ’ το νορμάλ ας πούμε του πατέρα μου, ή του παππού μου. Διαφέρει κι από ενός συνομηλίκου που ζει πχ στο Ιράκ.
Δεν θέλω ένα ηθικοπλαστικό συμπέρασμα στο τέλος αυτών των σκέψεων. Ας μείνουν σκέψεις στον αέρα. Ποια είμαι να δώσω μια χρυσή συμβουλή, να υποδείξω ένα happy end;!
Ε, λοιπόν, δεν το περίμενα να νιώσω τέτοια χαρά κάνοντας το εμβόλιο! Φυσικά μιλώ για το εμβόλιο ενάντια στον covid. Νιώθω σα να συμμετέχω κι εγώ στο πανηγύρι της επιστήμης! Γεύομαι τους καρπούς του κόπου τόσων επιστημόνων ερευνητών, που με τη γνώση τους, την ευστροφία τους, τη φιλομάθεια, την ακούραστη λαχτάρα τους να ξεκλειδώσουν τα μυστικά της φύσης, καταφέρνουν πράγματα θαυμαστά προς όφελος του Ανθρώπου! Ίσως γι’ αυτό η τόση χαρά!!!
Το μόνο που μένει είναι να πω ένα Ευχαριστώ σε όλους αυτούς τους αγνώστους μαχητές της επιστήμης! Αλλά και να τιμήσω, κάνοντας το εμβόλιο, όλους αυτούς τους ανθρώπους που εδώ κι ένα χρόνο αγωνίζονται με θυσίες να προστατεύσουν τον εαυτό τους και τον συνάνθρωπο, συμμετέχοντας στο lockdown, φορώντας μάσκα, φροντίζοντας τον ασθενή…
Εύχομαι νέες νίκες επί τόσων νόσων που ταλανίζουν τον άνθρωπο, αλλά και Εμπιστοσύνη από το σύνολο της κοινότητας προς αυτούς που προσπαθούν για χάρη όλων μας!
Έχει αρχίσει να με ενοχλεί η μάσκα μου. Νιώθω πιο συχνά την επιθυμία να τη βγάλω. Και σε ανοιχτούς κ σε κλειστούς χώρους. Μάλλον έχει αρχίσει να με κουράζει η καραντίνα. Ίσως γιατί δε βλέπω να διαγράφεται το μέλλον τόσο ελπιδοφόρο όσο πίστευα… Το εμβόλιο δεν έφερε την τελειωτική νίκη επί του ιού, όπως θα θέλαμε. Οι μεταλλάξεις του ιού μάς πρόλαβαν. Και δεν μας πρόλαβαν μόνο, παρά είναι και πιο δυνατές, πιο ανθεκτικές, πιο θανατηφόρες… Άλλωστε γι’ αυτό μεταλλάσσεται κιόλας ο ιός, για να ανταπεξέλθει στην επίθεση που δέχεται. Και το χειρότερο είναι πως νοσούν πλέον σοβαρά και ανήλικα παιδιά…
Και τώρα τί; και τώρα ο δικός μας φόβος μεγαλώνει, η δική μας αβεβαιότητα δηλητηριάζει την καθημερινότητά μας, τα άσχημα σενάρια πληθαίνουν, έρχονται πιο συχνά στο νου μας. Ποιος θα το φανταζόταν οτι μια τέτοια πανδημία θα εμφανιζόταν στις μέρες μας; Ποιος θα το φανταζόταν πως θα κυκλοφορούσαμε για ένα χρόνο φορώντας μάσκες…;! Όλοι ζούσαμε ωσάν αθάνατοι, ανέγγιχτοι απ’ το ζοφερό μέλλον που οι ίδιοι προετοιμάζαμε για τον πλανήτη μας. Λίγα χρόνια ευημερίας αρκούσαν τελικά για να ξεχάσει κανείς τους πολέμους, το μίσος προς καθετί διαφορετικό, τις επικίνδυνες επιδημίες που σκορπούσαν το θάνατο τόσο μαζικά… Λίγα χρόνια ευημερίας αρκούσαν για να μας κάνουν να θεωρούμε εαυτόν παντοδύναμο και άτρωτο…
Δεν ξέρω ποιο θα είναι το μέλλον. Θέλω να ελπίζω οτι θα μας βρει πιο συνετούς, πιο αλληλέγγυους, πιο σοφούς. Μακάρι να γίνει έτσι!
Μεσημέρι, lockdown, υποχρεωτικό το συνεχές ωράριο… Ο ορισμός του «δεν πατάει ψυχή»…
Μπήκε ένας που ζήτησε κάποιο καλλυντικό για τα μαλλιά… που δεν είχαμε. Μετά μία γυναίκα που ζητούσε οικονομική βοήθεια, που είχε περάσει κ χτες παρεπιπτόντως… Ύστερα ένας σταθερός πελάτης μας, για να του χαλάσουμε ένα 50άρικο και ένας για μία μάσκα χάρτινη. Α! Μπήκε και κάποιος που ζήτησε ένα φάρμακο! Κατά λάθος θα μπήκε… 😜
ΥΓ: Λίγα μόλις λεπτά μετά την ανάρτηση αυτή, μπαίνει μια κοπέλα στο φαρμακείο, που την είχαμε χτες βοηθήσει με μια ένεση ινσουλίνης. Σκέφτηκα πως ήθελε να της κάνω άλλη μία… Όμως αυτή βγάζει απ’ την τσάντα της μια σοκολάτα και μου τη δίνει ως ευχαριστώ για τη χτεσινή βοήθεια!!! Τί γλυκιά κοπέλα ❤, πόσο χαίρομαι αυτές τις στιγμές ανθρωπιάς! Είναι τότε που αισθάνεσαι οτι αξίζει τελικά τον κόπο να είσαι φαρμακοποιός, κι ας μένεις και τα μεσημέρια ολίγον άπρακτος… 😉
Η Μ, η κοπέλα που μας βοηθάει στο σπίτι, αναρωτιέται πώς θα έρχεται τώρα να δουλέψει – θα είναι παράνομο; Η Θ. που κρατάει το παιδάκι μιας φίλης μου, όσο αυτή δουλεύει, πώς θα πηγαίνει στο σπίτι τους; Είμαστε άτομα που χρήζουν βοηθείας; Ποιο το ορίζει αυτό; Ο μελαμψός κύριος, δεν ξερω δυστυχως το όνομα του, που καθαρίζει τα τζάμια στο φανάρι, μου είπε την Παρασκευή πως για ενα μήνα δεν θα δουλέψει. Δεν έχει δικαιολογητικό για να παραμένει έξω στο δρόμο. Πώς θα ζήσει;!
Λίγα παραδείγματα από τους χιλιάδες ανθρώπους, που δεν θα δουλέψουν λόγω του απαγορευτικού…
Ας έχουμε λοιπόν τα μάτια και τ’ αυτιά μας ανοιχτά, για να βοηθήσουμε όπως και όσο μπορούμε αυτούς που πλήττονται περισσότερο από το μέτρο αυτό. Ας κάνουμε τη δυσκολία αυτή μια αφορμή για λίγη περισσότερη ανθρωπιά. Τότε θα είναι για όλους μας, λιγάκι πιο εύκολος αυτός ο καιρός και θα κυλήσει κάπως γρηγορότερα, και η επόμενη μέρα θα μας βρει ίσως λιγάκι πιο ενωμένους κι αλληλέγγυους..! 🙂
Ήταν μια μέρα κι αυτή σαν τις προηγούμενες ενιωθες πως δεν σε χωρούσε το σπίτι που μενες Μέσα δεν μένεις γιατί χάνεσαι σε σκέψεις Θέλεις να βγεις να παίξεις, να τρέξεις και να δουλέψεις
Κι ήρθε η μέρα τελειώματα του Φλεβάρη Που τα πρώτα συμπτώματα τα πήραμε χαμπάρι Η χώρα που χει μάθει να γκρινιάζει με καμάρι Θα ξυπνάει στο μπορεί και θα κοιμάται στο μακάρι
Οι μέρες πέρασαν και φέρανε τα τέρατα Μοιάζουνε χωριά τα κράτη που ήταν τετραπέρατα Μου λεγαν θα ρθουν τα χειρότερα κι εγώ αμφέβαλα Ερήμωσαν τα θέατρα και σώπασαν τα πέταλα Φανάρια άχαρα τα λένε με την άσφαλτο Κοίτα πως έχασε το θρόνο του το Σάββατο
Απλώθηκε σιωπή και πεθυμήσαμε το μπάχαλο Ας μάθουμε να βλέπουμε τον πόνο μας σαν δάσκαλο Πρέπει να μάθουμε και εμείς απ’ τους γερόλυκους Που φύγαν απ την πόλη τους να σώσουν τους υπόλοιπους Είναι παππούδες και γιαγιάδες που είναι μόνες τους Σκεφτήκαν τους επόμενους και δώσαν τους αγώνες τους
Η φύση το φωνάζει να το ακούς, δεν είμαστε άτρωτοι Πίσω από εικόνες και αριθμούς υπάρχουν άνθρωποι Πια δεν έχουμε άλλοθι να τρώμε από τις σάρκες μας Γι’ αυτό και τις φοράμε μπας και πέσουνε οι μάσκες μας Με το χειμώνα μίλησα και μου πε ξένε Φέτος θα καθίσω πιο πολύ, συνήθισε με Η άνοιξη είναι άρρωστη, δεν μπορεί να μιλήσει Αλλά μου πε να σου πώ οτι θα ρθεί, απλά θ’ αργήσει
Ένας εχθρός που δεν βλέπει σύνορα και όρια Παλίκαροι στον Έβρο και ταλαίπωροι στη Μόρια Είμαστε δίπλα σε όποιον νιώθει την απώλεια Κι η μουσική μας είναι η ελπίδα σε εμβόλια
Είναι ο καθένας από μας μία σταγόνα Τόσο μικρή μα τόσο σημαντική Μα αν ενωθούμε όλοι σε έναν αγώνα Θα φτιάξουμε μαζί μια θάλασσα μαγική Είναι ο καθένας από μας ένα κομμάτι Από κομμάτια απαρτίζονται τα σύνολα Κι όταν ο καθένας από μας θα κάνει κάτι Τότε θα γινόμαστε λίγο καλύτεροι στα δύσκολα
Ανοίγουμε τις πόρτες μας εν μέσω καραντίνας Τόσοι ξένοι μαζεμένοι που μοιάζουμε μεταξύ μας Απ το σπίτι στην αυλή μας κι ο καθένας τα δικά του Μα σε ποιόν ανήκει τι αυτή την ώρα του θανάτου Μάθαμε πρόθυμα να ζούμε στη διχόνοια Πόσο ακρίβυνε μια βόλτα στην Ομόνοια Τώρα που κλείσαν τα μπαρ και τα εστιατόρια Πόσο διαφέρουνε τα νότια απ’ τα βόρεια
Ένας ιός την ελπίδα μου δεν θα φθείρει Της έμαθα να ζει πάνω στης Άρτας το γιοφύρι Το αύριο θα σπείρει αφού θέρησε τη μνήμη Είναι ο άνθρωπος που ένωσε πίστη και επιστήμη
Για τη γενιά μου που δεν πίστευε ποτέ της Πως θα βρεθεί στο δρόμο της ένας καλός ηγέτης Το σώμα μου κρατούμενο, η σκέψη μου δραπέτης Και της είπα άμα δεις την άνοιξη τραγούδησε της Ένα τραγούδι που χει λόγια τρυφερά Καλό κουράγιο αδερφέ ντελιβερά
Άντε σιγά σιγά να ξαναμπούμε σε σειρά Και να μάθουμε να βλέπουμε τα πάντα καθαρά Για την κυρά Μαρία που κάθεται στο ταμείο Αμείβεται για έναν μα εργάζεται για δύο Για το Νίκο το γιατρό που δεν λέει να καταρρεύσει
Δεν αγκάλιασε την κόρη του για να την προστατέψει Για τη Νίκη που δουλεύει νοσηλεύτρια Που παλεύει να μην είναι η ήττα ολέθρια Κι αλήθεια θεραπεύτηκα και χάρηκα όταν είδα Πως τη φαρμακοποιό της γειτονιάς τη λένε Ελπίδα Eίναι ήρωες μεγάλοι κι αφανείς Που ονόματα και πρόσωπα δε θυμάται κανείς Μα εκείνοι είμαστε εμείς και εμείς είμαστε εκείνοι Κι ο δυνατός θέλει κάποιος δύναμη να του δίνει
Κι όσο εκείνοι ξαναχτίζουνε τα τείχη Η άνοιξη είναι στο κρεβάτι της και ξεροβήχει Η σκέψη μου πλησίασε την έπιασε απ τη μέση Κι όσο της τραγουδούσε έδειχνε να της αρέσει Τώρα τη βλέπω μαζεμένη στο κρεβάτι Της είπα για να ρθεις μήπως μπορώ να κάνω κάτι Μου έκλεισε το μάτι και μου πε για να προλάβει Θέλει μια ελιά, ένα αμπέλι κι ένα καράβι
Είναι ο καθένας από μας μία σταγόνα Τόσο μικρή μα τόσο σημαντική Μα αν ενωθούμε όλοι σε έναν αγώνα Θα φτιάξουμε μαζί μια θάλασσα μαγική Είναι ο καθένας από μας ένα κομμάτι Από κομμάτια απαρτίζονται τα σύνολα Κι όταν ο καθένας από μας θα κάνει κάτι Τότε θα γινόμαστε λίγο καλύτεροι στα δύσκολα
Είναι ο καθένας από μας μία σταγόνα Μα αν ενωθούμε όλοι σε έναν αγώνα Είναι ο καθένας από μας ένα κομμάτι Για κοίτα μας πως γίναμε καλύτεροι στα δύσκολα
Τα μέτρα χαλαρώνουν. Εντάξει, σταδιακά… Φαντάζομαι χαίρομαι – όχι βέβαια όσο αυτοί που κάθονταν υπομονετικά μες στο σπίτι τους, σχεδόν δυο μήνες τώρα, γιατί εγώ ήμουν απ’ τους τυχερούς/άτυχους που δούλευαν όλο αυτό το διάστημα. Όμως η αίσθηση, ακόμα κι αν εγώ ήμουν έξω, ήταν περίεργη. Όλα δείχναν διαφορετικά. Όλα γίνονταν διαφορετικά. Η μετακίνησή μου στη δουλειά, το ωράριό μου, η σύνθεση της ομάδας μας, το πελατολόγιο – σχεδόν όλοι οι ηλικιωμένοι πελάτες έστελναν αντιπροσώπους – το τί πωλούνταν περισσότερο (αντισηπτικά, μάσκες, γάντια…). Όλα διαφορετικά…
Κι η ψυχοσύνθεση διαφορετική. Ημών αλλά και των πελατών. Αβεβαιότητα, φόβος, άγχος. Ρωτούσαν τη γνώμη μας για τα του ιού, ρωτούσαμε εμείς για την υγεία τους. Κάναμε πλάκα ρωτώντας πού πήγανε το Πάσχα, λέγαμε μεταξύ μας τ’ αστεία που έχουν κυκλοφορήσει – άπειρα! – για τον κορωνοϊό…
Ήταν κάτι διαφορετικό και θα συνεχίσει να είναι διαφορετικό. Απλά λιγάκι πιο εύκολο στην καθημερινότητά του.
Η αβεβαιότητα συνεχίζει να υπάρχει, ο φόβος ίσως τώρα να είναι ακόμα μεγαλύτερος. Σίγουρα κάποιοι θα συνεχίσουν την καραντίνα οικειοθελώς, γιατί αυτό θα τους παρέχει μιαν ασφάλεια. Σίγουρα οι νοσούντες ψυχικά επιβαρύνθηκαν, όπως και οι οικείοι τους. Σίγουρα οι καταστάσεις εκφοβισμού, κακοποίησης, λεκτικής ή σωματικής, θα χειροτέρεψαν. Σίγουρα κάποιοι θα έχασαν τη δουλειά τους ή έστω θα έχουν αυτή την αγωνία…
«Σίγουρα» πολλά μπορώ να πω. Αλλά σίγουρο δεν είναι τίποτα και για κανέναν. Γι’ αυτό ας φροντίσουμε τους εαυτούς μας, κι ας φροντίσουμε αυτούς που μπορούμε να φροντίσουμε με αγάπη κι αφοσίωση, ώστε όλοι να βγούμε απ’ αυτή την δοκιμασία όσο γίνεται αλώβητοι. Όχι ίδιοι – προς Θεού! – σίγουρα διαφορετικοί, αλλά να γίνουμε καλύτεροι! Κι οι όποιες πληγές μας, να είναι αφορμή αλληλεγγύης, συναδέλφωσης, μοιράσματος. Μοιράσματος του βάρους μας, της στενοχώριας μας, αλλα και των ικανοτήτων μας. Μοιράσματος εν τέλει της καρδιάς μας…
Πρωινό με βάφλες! Πόσον καιρό είχα να τους φτιάξω τέτοιο πρωινό..;
Ξύπνησα χαράματα, ξανακοιμήθηκα λίγο, ξύπνησα τελικά 8 παρά, με πονοκέφαλο και περίεργη διάθεση.
Τα παιδιά, ξύπνια από ώρα, έπαιζαν στο σαλόνι κι όταν με είδαν, μου ζήτησαν βάφλες! Αυτό ήταν και το κρίσιμο σημείο: αν έλεγα όχι, θα άνοιγα την πόρτα στη μιζέρια. Όμως, μετά από λίγα δευτερόλεπτα αμφιταλάντευσης, είπα εντάξει 🙂! Κι αυτό ανοίγει το δρόμο της δημιουργίας και της προσφοράς, δηλαδή της χαράς..!
Όταν έχει συννεφιά, άναψε τον ήλιο μέσα σου και φτιάξε εσύ το σκηνικό που θες…
Δεν είναι αρχοντιά αυτό: να μπαίνεις μέσα σ’ ένα μαγαζί, εν προκειμένω φαρμακείο, και ν’ αρχίζεις να κουτσομπολεύεις τους γείτονές σου – που όλως τυχαίως είναι κι αυτοί πελάτες του φαρμακείου… Δεν είναι μόνο οτι κάθεσαι και κοιτάς τί κάνει ο άλλος με το νοικοκυριό του, αλλά κάθεσαι και το σχολιάζεις κιόλας σε άλλους γείτονες…
Τί να πω; εγώ δε μεγάλωσα έτσι, κι αυτά με ξενίζουν…
Βέβαια, το χειρότερο που έχω ζήσει μες στο φαρμακείο, είναι να σχολιάζει πελάτισσα, μια άλλη πελάτισσα που μπήκε στο φαρμακείο, μπροστά της(!), και μάλιστα για θέμα υγείας…
Ιστορίες… κι ιστορίες… μες στο φαρμακείο. Άνθρωποι… και άνθρωποι… που συναντώ κάθε μέρα! Κι όλο μαθαίνω… κι όλο μαθαίνω… στο μεγάλο σχολείο της ζωής…
Έχω ενα γατάκι, που μου χαϊδεύει τα πόδια καθώς κοιμάμαι. Λυγά την ουρά του, κουλουριάζεται, ζητά αγκαλίτσες. Γουργουρίζει από ευχαρίστηση και με κοιτά στα μάτια. Όταν όμως δεν είναι στις καλές του, μην τυχόν και του μιλήσεις, μην τυχόν και το αγγίξεις!
Έχω ένα γατάκι, χρόνια πολλά. Το αγαπώ και μ’ αγαπά. Τρίχωμα απαλό, μάτια φωτεινά, μουστάκια μακριά.
Έχει ένα φιόγκο στο λαιμό, ονοματάκι τρυφερό.
Αυτά θα ‘ταν τα λόγια, αν είχα γάτα, να σας πω. Μα αλίμονο, δεν έχω – μονάχα πρόβα κάνω να τα πω, οπόταν την κατέχω!
Αφήνω τα πράγματα να κυλήσουν, κάνοντας ό,τι καλύτερο μπορώ. Εντός κι εκτός εαυτού. Αν και όλα γίνονται εντός και επηρεάζουν με κάθε απίθανο τρόπο τα εκτός εαυτού. Κι αυτό, μονάχα ελπιδοφόρο το βρίσκω. Το πώς η καλοσύνη απεργάζεται μυστικά την πρόοδο των ανθρώπων, την ομορφιά – το πώς η Χάρη του Θεού απεργάζεται την καλοσύνη των ανθρώπων, για να παράξουν ομορφιά.
Ας αφεθούμε λοιπόν στη ζωογόνο Χάρη. Ας μάθουμε να τη ζητάμε, γιατί είναι δώρο. Άνωθεν. Όπως καθετί…
Το φαρμακειο απέχει λίγα μόλις τετράγωνα απ την κλινική στο Περιστέρι, όπου βρέθηκαν χτες σχεδόν 30 κρούσματα του ιού, κ ήδη μετρά δυο νεκρούς…
Έχουμε πελάτες που κάνουν εκει αιμοκάθαρση, όπως κ νοσηλευτές της κλινικής.
Έχω αγωνία να μάθω τα ονόματα των νεκρών – αν είναι οι γνωστοί μου άνθρωποι;
Έχω αγωνία για το πώς θα καθησυχάσω σήμερα τους αναστατωμένους πελάτες μας… Έχω αρκετή ψυχραιμία για να το κάνω;
Ο δικός μου φόβος, προς το παρόν, είναι διανοητικός. Ανησυχώ για τη στιγμή που θα τον νιώσω στην καρδιά μου…
Απ’ την άλλη λένε πως «αυτός που είναι να πνιγεί, ποτέ του δεν πεθαίνει»… Κανείς δεν ξέρει πότε τελειώνει η ζωή του, παρά μόνο Αυτός που του τη χάρισε…
Είναι νομίζω η ευκαιρία η δική μου – καθώς και όσων άλλων έχουν αντίστοιχη πίστη, αντίστοιχη πυξίδα στη ζωή τους – να ασκηθώ, ή μάλλον να μάθω τώρα να εμπιστεύομαι τον Θεό… Το εύχομαι σε όλους μας…
Σήμερα θα ‘θελα να σας πω για μια πελάτισσά μας ή μάλλον καλύτερα για την καλοσύνη κ την απλότητα κάποιων ανθρώπων…
Μ. Πέμπτη κι έρχεται στο φαρμακείο να πάρει καλλυντικά, τα περισσότερα για τη νεαρή κόρη της που πάσχει από κατάθλιψη, κι η οποία ντρέπεται να έρθει να τα ζητήσει η ίδια…
Σταθερή πελάτισσα, με βεβαρυμμένο οικογενειακό ιστορικό…
Πιάσαμε την κουβέντα και λέγε-λέγε, της είπα πως ήθελα να φτιάξω τσουρέκι για πρώτη φορά φέτος, αλλά πως δεν έβρισκα σε κανένα σούπερ μάρκετ μαστίχα. «Έχω εγώ», μου λέει, «κάτσε να πεταχτώ να σου φέρω»! Αρνήθηκα ευγενικά, αλλά εκείνη επέμενε κι έφυγε τρεχάτη για το σπίτι της.
Σε λίγο έρχεται, με ένα σακουλάκι του φαρμακείου 🙂, που είχε μέσα ένα βαζάκι μαστίχα κι ένα σακουλάκι μαχλέπι! «Μου περίσσευε κι αυτό», μου λέει, «οπότε σου έφερα, μήπως δεν έχεις»…
Θες απο συμπάθεια, θες απο ευγνωμοσύνη, βρήκε μια ευκαιρία να κάνει κάτι για μένα και το έκανε με όλη της την καρδιά!
Με συγκίνησε! Ήταν μια μεγάλη ηθική ανταμοιβή για μένα ως φαρμακοποιό… Πόσο όμορφο να χτίζεις τέτοιες αληθινές, ανθρώπινες σχέσεις με τους πελάτες σου…
Σήμερα, πρωτη φορά γράφω απ’ το φαρμακείο. Η αιτία είναι το βάρος που έχω από χτες και αφορμή οι ευνοϊκές συνθήκες, αφού δεν έχουμε δουλειά που να με αποσπά αρκούντως…
«Άσε», λέει, «να γίνουν ελεύθερα οι ζυμώσεις μέσα σου». Έλα όμως που η μαγιά ήταν πολλή και παραφούσκωσε το ζυμάρι. Ξεχύθηκε απ’ τη φόρμα κι έφερε έντονους βηματισμούς στην καρδιά, πλάκωσε το στέρνο, ηλέκτρισε τους νευρώνες και κράτησε τα βλέφαρα, παρά το πρέπον, ανοιχτά…
Το πρωί όμως, που ήρθε το μικρό πιτσικουρδάκι να μου κάνει πρωινή αγκαλίτσα, το κοίταζα ήρεμα και έντονα, και χαμογέλαγα. Και μου λέει, με τη σοφία που διακρίνει τα μικρά παιδιά: μ’ αρέσει που γελάς, πρώτον γιατί γελάς και δεύτερον γιατί όταν γελάς, τα μαγουλάκια σου πετάνε κι είναι πολύ μαλακά – και μου τα χαϊδεύει απαλά…
Τώρα που το γράφω, νιώθω το χάδι να κατεβαίνει από τα μάγουλα στην καρδιά, και να βγαίνει από κει μ’ έναν αναστεναγμό ήρεμης θλίψης, μα κι ανακούφισης…
Πεδίον δόξης λαμπρόν, λοιπόν, η σημερινή μου μέρα στη δουλειά, πεδίο μάχης και αγώνα έναντι του «επαναστατημένου εαυτού» που ζητά το δικό του «ντάντεμα».
Σε όσους συναγωνιστές, έναντι οποιουδήποτε αντιπάλου, στέλνω τους συναδελφικούς μου χαιρετισμούς κι εύχομαι «με τη Νίκη»!!!