Το όμορφο άβαφο κορίτσι του διπλανού café, με τη χρυσή καρδιά. Η γενιά των 20+ που με εκπλήσσει με την ανθρωπιά της, την ανοιχτοσύνη της καρδιάς της, την αλληλεγγύη της. Που νιώθει το καλό και το ανταποδίδει. Που σου αφήνει ένα χαμόγελο στα χείλη, όταν σκέφτεσαι την όμορφη συναλλαγή σας: δεν της ζητάς ένα (ευτελές) ποσό για κάτι που αγόρασε στο δικό σου μαγαζί, κι αυτή εκτιμά την κίνηση αυτή σαν κάτι πιο πολύτιμο, γι’ αυτό και σου προσφέρει απ’ τα «δικά της» αγαθά: ένα καφεδάκι, που θυμάται πώς το πίνεις και στο φέρνει μάλιστα η ίδια 🙂!
Ευλογημένα μικρά περιστατικά, που χαρίζουν χαμόγελα και προσφέρουν ελπίδα για το μέλλον!
Σαν το μικρο βλασταράκι που ξεφύτρωσε πεισματικά, μετά από τουλάχιστον ένα μήνα απ’ όταν φυτεύτηκε! Δεν το φρόντιζα τακτικά, του έριχνα λίγο νεράκι όποτε το θυμόμουν. Τις τελευταίες μέρες είδα κάτι σα μούχλα στην επιφάνεια του χώματος κ αποφάσισα να το πετάξω, απογοητευμένη απ’ την πορεία του. Πήρε όμως αναστολή λίγων ημερών, περισσότερο τυχαία. Σήμερα το πρωί το πήρα για να το πετάξω… και βλέπω μπρος μου μια ελάχιστη πράσινη μυτούλα!!!
Δεν το πίστευα! Του ρίχνω αμέσως λίγο νεράκι και σε λίγα λεπτά αυτή η μυτούλα μεγάλωσε κι έγινε αυτός ο τρυφερός μικροσκοπικός μίσχος!
Ένιωσα τέτοια χαρά!
Ένιωσα πως οι προσπάθειες δεν πάνε ποτέ χαμένες… Αν επιμένεις να φροντίζεις ο,τιδήποτε, κάτι κάποτε θα φυτρώσει κ θ’ ανθίσει…
Πόσο αισιόδοξο, πόσο ελπιδοφόρο, τί πιο σπουδαίο κίνητρο για να συνεχίζεις!
Οι πολύτιμες φίλες προσφέρουν και τις πολύτιμες παραινέσεις τους! Αντιγράφω παρακάτω, για να χαρούμε όλοι μαζί!
Χριστός Ανέστη!
«Θα ήθελα να μοιραστώ μια σκέψη μου με αφορμή την περίοδο που διανύουμε. Αυτές τις μέρες, αντί άλλου χαιρετισμού, ευχόμαστε «Χριστός ανέστη». Ζούμε μέσα σε μια αναστάσιμη περίοδο χαράς και προσδοκίας. Έχει νόημα, όμως, να φέρνουμε συχνά στη σκέψη μας τι σημαίνει αυτή η ευχή, τι σημαίνει αυτή η προσδοκία. Δεν ξέρω θεολογία, ούτε είμαι πνευματικός άνθρωπος. Αλλά να πώς θα ήθελα να μιλήσω.
«Χριστός ανέστη» σημαίνει πως, στο τέλος του δρόμου, μας περιμένει μια έκρηξη χαράς και ζωής και δίχως τέλος αγαλλίασης! Δεν έχουμε ίσως εμπειρία μιας τέτοιας χαράς ή μιας τέτοιας αγαλλίασης· έχουμε όμως συχνά εμπειρία των αντιθέτων, και ίσως έτσι μπορούμε πιο εύκολα να το καταλάβουμε: οι οδύνες και τα βάσανα που ζούμε, τα άγχη και οι στενοχώριες, το σφίξιμο της καρδιάς, οι έγνοιες και τα προβλήματα, οι σωματικές και ψυχικές αρρώστιες που μας ταλαιπωρούν, η φτώχια και η αδικία, οι αβεβαιότητες και η μοναξιά, οι δύσκολες σχέσεις και οι συγκρούσεις – όλα αυτά που τόσο μας βαραίνουν και κάνουν τη ζωή μας, κάποιες φορές, να φαντάζει αβίωτη και άνευ νοήματος, όλα αυτά έχουν ένα τέλος. Οριστικό τέλος.
Στο τέλος των πάντων βρίσκεται η Ανάσταση, βρίσκεται εκείνος που πέθανε και αναστήθηκε, και ζει αιώνια, εκείνος που κρατεί τα κλειδιά του θανάτου και του Άδη. Μας απλώνει το χέρι του και, αν το θέλουμε, του απλώνουμε κι εμείς το δικό μας, κι αυτός μας σηκώνει απ’ τα μνήματά μας, και φυσά στα κόκαλά μας ζωή. Το είπε και θα το κάνει.
Αυτή είναι η προσδοκία των χριστιανών. Προσδοκία, όχι απλώς ελπίδα. Προσπαθούμε να είμαστε κοντά στην εκκλησία, να κάνουμε τη ζωή της, ζωή μας. Επικαλούμαστε το Όνομά του στην προσευχή μας. Αγωνιζόμαστε να τηρούμε τις εντολές του. Αποτυγχάνουμε διαρκώς και σε όλα. Δεν απελπιζόμαστε – ή, έστω, απελπιζόμαστε – πάντως προσπαθούμε να σηκωθούμε, και ξανά αγωνιζόμαστε, και πάλι όλα καταρρέουν, και ξανά απ’ την αρχή. Αλλά προχωρούμε στο δρόμο που ξέρουμε πως οδηγεί στη ανάσταση. Είμαστε καθοδόν προς την ανάσταση, είμαστε «σωζόμενοι» καταπώς λέει ο Παύλος, βαδίζουμε στη σωτηρία μας. Ο ίδιος ο Παύλος αδημονούσε για την ανάστασή του, προσδοκούσε με λαχτάρα την ώρα που θα ντυνόταν του ουράνιο σώμα του. Την ίδια λαχτάρα είχε και η πρώτη Εκκλησία. Περίμεναν τον Χριστό με χαρά, πρόσμεναν την ανάστασή τους, ήξεραν (όχι απλώς ήλπιζαν) ότι ο εγείρας τον Κύριο Ιησού θα ανάσταινε και αυτούς.
«Χριστός ανέστη» σημαίνει πως προσδοκούμε τη δική μας ανάσταση. Έχουμε μέσα μας την ταπεινή βεβαιότητα πως, παρά τη μίζερη και απελπιστική μας κατάσταση, μας ετοιμάζεται τόπος πλάι στον Αναστάντα, όπως ο ίδιος μας υποσχέθηκε. Δεν είναι μόνο για τους αγίους η ανάσταση. Ούτε μόνο για τους ασκητές και τους αναχωρητές, των οποίων ο βίος άλλοτε μας εμπνέει και άλλοτε μας απελπίζει. Η ανάσταση είναι για όλους τους χριστιανούς που προσπαθούν να ζουν με άξονα της ζωής τους τον Αναστημένο Χριστό, για όλους όσοι του δείχνουν την αγάπη τους μοχθώντας να τηρούν τις εντολές του. Η ουσία του πνευματικού μας αγώνα, λοιπόν, θαρρώ πως δεν αφορά σε κάποια «αποτελεσματικότητα», ούτε αποτιμάται πρωτίστως με όρους «βελτίωσης»· έγκειται στην παραμονή μας σε αναστάσιμη τροχιά…
Μέσα στις θλίψεις και τα τραύματα που βιώνουμε ή που μας επιφυλάσσονται, είτε αφορούν σε μας είτε στα παιδιά μας είτε στους αγαπημένους μας ανθρώπους, μέσα στις αγωνίες και τα απρόοπτα της καθημερινότητάς μας, μέσα στη σταυρική συνθήκη της ζωής μας, επαναλαμβάνουμε το «Χριστός ανέστη» για να θυμόμαστε το μέλλον μας, αν μου επιτρέπεται το οξύμωρο. Τα καλύτερα έρχονται. Μέρα τη μέρα, ζυγώνει ολοένα η μεγάλη ώρα της δικής μας Ανάστασης».
Ναι, τα φετινά Χριστούγεννα μπορεί να τα γιορτάσαμε διαφορετικά, όμως τα γιορτάσαμε με την καρδιά μας! Μπορεί να έλειπε ο πολύς κόσμος, η χαρούμενη βοή των γιορτινών τραπεζιών, όμως οι τέσσερις μας είμασταν αρκετοί για να νιώσουμε χαρά, για να ετοιμάσουμε με φροντίδα ένα γιορτινό γεύμα, για να τιμήσουμε τον Χριστό τιμώντας τις εικόνες Του: τα παιδιά κ το σύζυγό μας. Να εκφράσουμε με κάθε τρόπο την αγάπη μας γι’ αυτούς, ο καθένας με τον τρόπο που ξέρει να εκφράζεται.
Ναι, ήταν ωραία αυτά τα Χριστούγεννα, γιατί η αγάπη ξέρει να συμπληρώνει τα κενά, θωπεύει τον αδύναμο κ το χάδι γίνεται δάκρυ ευγνωμοσύνης, γι’ αυτόν που παίρνει, μα και γι’ αυτόν που δίνει.
Λίγες γραμμές οι σκέψεις μου, μα θα τις συμπληρώσω μ’ ένα δώρο χριστουγεννιάτικο που μου έκανε ο φίλος μας, ο Χρήστος ο Μακρόπουλος! Είναι ένα ποίημα που έγραψε και δεν χρειάζονται άλλα λόγια για να το προλογίσω…
Χριστουγεννιάτικο Ποίημα
Φυλάμε για τα Χριστούγεννα
τον πιο όμορφο εαυτό μας, τον πιο αληθινό.
Σ’ αυτά αποθέτουμε τα πάντα!
Τι μελωδίες παναρμόνιες, τι στίχους αισθαντικούς,
τι όνειρα κι ευχές, που βρίσκουν επιτέλους
το δρόμο προς τα χείλη,
τα δάκρυα που βαστούμε, την άκρα μοναξιά της ύπαρξής μας,
τον πόθο για της ζωής μας τον υπόλοιπον χρόνον
εν ειρήνη και ελπίδι, ένα andantecantabile
ήσυχο και γαλήνιο.
Χριστούγεννα σημαίνει να νιώθεις – τότε μόνο –
τον πόθο να ποθείς,
κι ίσως δεν είναι άλλο το στοίχημα, παρά να βρεις εντός σου,
ποιος είν’ στ’ αλήθεια αυτός ο πόθος,
αυτός, ο τόσο εύθραυστα αθώος στην ερημία της νύχτας,
στο μεθόριο ορατού κι αοράτου σαν την πάλλευκη νιφάδα
που λιώνει στην παλάμη,
στις συντεταγμένες της νοσταλγίας μιας άλλης χώρας
που αντλεί κάθε τέτοιες μέρες το φως της από αστέρι
που όσοι αξιώνονται να δουν, νιώθουν – έτσι μας λεν,
χαρά μεγάλη σφόδρα.
Ή, πάλι, τα Χριστούγεννα φέρνουν στη μνήμη
στιγμές κι ενθύμια μιας άλλης ηλικίας,
τότε που το στολισμένο δεντράκι φάνταζε πελώριο κι εκθαμβωτικό,
κι ήσαν οι διάρκειες αργές και δίχως τέλος.
Κι αν μας κεντούν οι αιχμές των αναμνήσεων,
είναι που ξέρουμε για οριστικά χαμένα
το χρυσό και το μύρο,
τους θησαυρούς μιας χαράς
που έκτοτε επιζητούμε
μα που άλλοτε χώραγε τόσο εύκολα
σε παιδικές παλάμες.
Τώρα όσα βλέπουμε ή ακούμε ή μυρίζουμε, σαν να μιλάνε μόνο γι’ αυτό,
τον ανεπίστρεπτα χαμένο χρόνο, και των αμαρτιών το πλήθος
που ήρθαν και φώλιασαν στην χαραγματιά της κάθε μας ρητίδας.
Πόθοι και νοσταλγίες λοιπόν, σ’ έναν μυστήριο γιορτινό χορό,
του ήν και του ερχόμενου, του άλλοτε με το είθε
– αυτό ’ναι τα Χριστούγεννα;
…Ίσως εδώ να φτάνει η ώρα της σιωπής, του ξένου μυστηρίου.
Μπορείς και ξέρεις να μιλάς μόνο γι’ αυτά που ζεις,
για όσα σου χαρίστηκαν,
δίχως ωστόσο να ξεχνάς
την απεραντοσύνη τ’ ουρανού, των αστεριών το άσπιλο φως
τις αφανείς του αγνώστου ευεργεσίες·
ὅτι μείζων ἐστὶ τῆς καρδίας ἡμῶν τούτη εδώ η Γέννα,
Ποια μαγική ιδιότητα έχουν τελικά τα Χριστούγεννα, ώστε να μεταμορφώνουν κάθε ανάμνηση σε γλυκιά νοσταλγία; Για μένα, ο χριστουγεννιάτικος δίσκος του Nat King Cole είναι αυτός που μου φέρνει δάκρυα στα μάτια, σαν τον ακούω ξανά και ξανά, κάθε χρόνο, τέτοια εποχή. Ήταν κασσέτα τότε αυτή που είχα – τώρα παίζει σαν playlist στο youtube… Άλλαξαν τα μέσα της τεχνολογίας, η βελούδινη φωνή του όμως παραμένει ίδια. Η γλυκύτητα, μια νότα αριστοκρατικής ευγένειας και η αίσθηση οτι αυτά που τραγουδάει τα πιστεύει, με πλημμυρίζουν ακόμη σαν τον ακούω.
Τραγούδια πασίγνωστα – κάποια τα εχω πει και σαν ποιήματα σε χριστουγεννιάτικες γιορτές… Τέτοιες μελωδίες με γυρνούν πίσω καμιά 30αρια χρόνια, στο παιδάκι που με ιεροτελεστία στόλιζε το δέντρο, άναβε τα φωτάκια του και έκλεινε τα φώτα του δωματίου για να χαζεύει τις λάμψεις τους τριγύρω….
Καλά Χριστούγεννα, λοιπόν, να ζήσουμε όλοι μας και μαζί να τραγουδησουμε: «Be near me Lord Jesus, I ask thee to stay…»
Η Μ, η κοπέλα που μας βοηθάει στο σπίτι, αναρωτιέται πώς θα έρχεται τώρα να δουλέψει – θα είναι παράνομο; Η Θ. που κρατάει το παιδάκι μιας φίλης μου, όσο αυτή δουλεύει, πώς θα πηγαίνει στο σπίτι τους; Είμαστε άτομα που χρήζουν βοηθείας; Ποιο το ορίζει αυτό; Ο μελαμψός κύριος, δεν ξερω δυστυχως το όνομα του, που καθαρίζει τα τζάμια στο φανάρι, μου είπε την Παρασκευή πως για ενα μήνα δεν θα δουλέψει. Δεν έχει δικαιολογητικό για να παραμένει έξω στο δρόμο. Πώς θα ζήσει;!
Λίγα παραδείγματα από τους χιλιάδες ανθρώπους, που δεν θα δουλέψουν λόγω του απαγορευτικού…
Ας έχουμε λοιπόν τα μάτια και τ’ αυτιά μας ανοιχτά, για να βοηθήσουμε όπως και όσο μπορούμε αυτούς που πλήττονται περισσότερο από το μέτρο αυτό. Ας κάνουμε τη δυσκολία αυτή μια αφορμή για λίγη περισσότερη ανθρωπιά. Τότε θα είναι για όλους μας, λιγάκι πιο εύκολος αυτός ο καιρός και θα κυλήσει κάπως γρηγορότερα, και η επόμενη μέρα θα μας βρει ίσως λιγάκι πιο ενωμένους κι αλληλέγγυους..! 🙂
Αγαπώ τη χορωδία. Για την ακρίβεια λιώνω για τον ήχο μιας καλοκουρδισμένης χορωδίας, για τη φωνή των τενόρων, για τη μέθεξη σε κάτι συγκινητικά ιερό που νιώθω όταν ακούω, ή ακόμα καλύτερα, όταν συμμετέχω σε μια τέτοια χορωδία…
Δεν χρειάζεται να πω άλλα λόγια… Άπλα ακούστε μία τέτοια «στιγμή»…!
Όσοι αγαπούν τη χορωδία, «απλά» ανεβάστε την ένταση….!!!!! 🙂
Η αγάπη των πελατών του φαρμακείου, πολλές φορές με συγκινεί.
Προ ολίγου, μου τηλεφώνησε μια μεγάλης ηλικίας κυρία, από τις πιο παλιές πελάτισσες του πατέρα μου, που με αγωνία με ρώτησε αν είμαστε καλά! «Σας έχω πάρει 10 φορές τηλέφωνο απ’ το πρωί, και δεν το σηκώνατε. Ανησύχησα, είστε όλοι καλά;»
Και μόνο που τα γράφω τώρα αυτά, χαμογελώ και συγκινούμαι. Αν η δουλειά μου δεν είχε την επαφή αυτή με τους ανθρώπους, δεν θα την άντεχα καθόλου. Οι σχέσεις είναι που της δίνουν αξία, που δίνουν το κίνητρο να θες να γίνεις καλύτερος!
Σήμερα το πρωί βγήκαμε στο μπαλκόνι για το πρωινό μας. Φαινόταν οτι θα έκανε πολλή ζέστη αργότερα, αφού εγώ, η κρυουλιάρα!, καθόμουν έξω με κοντομάνικο και σορτς και δεν κρύωνα διόλου…
Αγναντεύαμε τη γειτονιά μας… Πράγματα που τα βλέπεις κάθε μέρα, αλλά δεν τα συνειδητοποιείς απαραίτητα, όπως πχ μία ξύλινη στέγη που έχει κάποιος τοποθετήσει στο μπαλκόνι του!
Αλλά το σημαντικότερο όλων ήταν τα τόσα κελαηδίσματα που εύφραιναν τα αυτιά μας. Φωνές μπάσες ή λεπτές, κρωξίματα ή τρίλιες!
Ένα χελιδόνι που καθόταν μονάχο του στα σύρματα της ΔΕΗ απέναντί μας, και δεν έπαψε να τραγουδά περίτεχνα! Τί να λέει; ρωτώ τον Βασίλη. Τί να λέει;! Υμνεί τον Δημιουργό του! Το είπε τόσο αυθόρμητα… Κάνεις μικρή πτητική θεολογία; του λεω, και γελάμε…
Μετά ήρθαν τρεις μεγάλοι πράσινοι παπαγάλοι και κάθησαν για λίγο σε μια κεραία τηλεόρασης.
Στην ξύλινη στέγη απέναντι, πολλά πουλάκια πρέπει να είχαν φωλιές… Αχ, να έκαναν και στο μπαλκόνι μας φωλιά τα χελιδόνια….
Πόσο τυχερή ένιωθα που άκουγα αυτά να με καλημερίζουν! Τόσο, που πραγματικά δεν άκουγα ένα κομπρεσέρ, που δούλευε πρωί πρωί! Ο Βασίλης το σχολίασε και τότε μόνο το άκουσα!
Και στο τέλος εμφανίστηκε και μία γάτα, όλο σκούρο γκρίζο το τρίχωμά της, κίτρινα σχεδόν τα μάτια της! Γιατί ακούνε οι γάτες στο «ψιτ-ψιτ»;! Γύρισε προς τα πάνω το κεφάλι της, με κάρφωσε με τα μάτια της και πιάσαμε μια ωραία συνομιλία. Της μίλαγα κι αυτή άκουγε και δεν έπαιρνε τα μάτια της από πάνω μου. Άλλαξε και στάση στο σώμα της και στρογγυλοκάθησε «απέναντί» μου. Με άκουσαν τα παιδιά και βγήκαν κι αυτά στο μπαλκόνι. Της έπιασαν κι αυτά κουβέντα κι αυτή τα κοίταζε το ίδιο επίμονα. Το βλέμμα της τα ακολουθούσε στο πέρα-δώθε τους στο μπαλκόνι. Τί ωραίο συναπάντημα κι αυτό!
Γιατί άραγε έφτιαξε ο Θεός τη Φύση; γιατί έφτιαξε τις τόσο ωραίες τριανταφυλλιές απέναντί μας; γιατί έφτιαξε τα χελιδονάκια με τις ψαλιδωτές τους ουρίτσες; γιατί έφτιαξε τις γάτες που «συνομιλούν» με τους ανθρώπους;
Ρητορικά τα ερωτήματα. Όχι γιατί δεν έχουν απάντηση, αλλά γιατί δεν χρειάζομαι απάντηση μπρος στο μεγαλείο της Φύσης… Μου αρκεί να θαυμάζω, να χαίρομαι, να συνομιλώ και να δοξάζω κι εγώ τον Δημιουργό, μαζί με όλα τα πλάσματά Του!
Ένα υπέροχο φεγγάρι σήμερα κι ας μην ήταν ακόμη πανσέληνος. Ειδικά όταν ανατέλλει, κι ακόμη ο ουρανός δεν έχει σκοτεινιάσει, τότε είναι που μ’ αρέσει περισσότερο… Τί κρίμα να πρέπει να το βλέπεις πάνω από πολυκατοικίες, ταμπέλες και κεραίες… Τί κρίμα να αλλοιώνουν το φως του τα φώτα της πόλης, που σαν αχλύ θολώνουν τα πάντα…
Πόσο ωραία θα ‘ταν να το βλέπεις με υπόκρουση τον ορίζοντα στη θάλασσα ή τ’ άστρα που δειλά ξεπροβάλλουν πάνω από βουνίσιους όγκους και περήφανα έλατα…
Πόσα θαύματα «κρύβει» η φύση γύρω μας – πόσα θαύματα δε βλέπουμε εμείς με την επιτακτική καθημερινότητά μας! Πόσα θαύματα αρνούμαστε να δούμε, να αναγνωρίσουμε, πόσα αποφεύγουμε να δούμε, γιατί θα μας θυμίσουν πόσο πίσω έχουμε αφήσει την ψυχή και την καρδιά μας…
Αυτό που μ’ αρέσει πάρα πολύ είναι να κοιτώ τον σκοτεινό ουρανό, σε μιαν ανοιχτωσιά της φύσης, να λάμπουν τ’ άστρα, μικρά και μεγάλα, κι όσο κοιτώ με το βλέμμα σταθερό, τόσο να νιώθω το σχήμα της Γης, τον ουράνιο θόλο, που μέσα του μια μικρή κουκκίδα είμαι κι εγώ…
Δόξα στον Θεό Αυτόν, που στοργικά μας έφτιαξε ένα θαύμα για να ζούμε εντός του…
ΥΓ: μια θαυμαστή μουσική υπόκρουση, που με συνόδεψε όταν πάσχιζα να χωρέσω την ομορφιά του φεγγαριού σε λέξεις…
Σας έχει τύχει ποτέ να ζήστε μια έντονη ημέρα, όχι λόγω σωματικής κούρασης, αλλά λόγω έντονων συναισθημάτων; Να αντικατοπτρίζεται η ένταση αυτή και στο σώμα; Να μοιραστείτε αυτά τα συναισθήματα με κάποιον που σας καταλαβαίνει και σας νοιάζεται, κι η έγνοια του αυτή να μεταφραστεί μέσα σας ως ηρεμία, ως ασφάλεια, ως καταφύγιο; Χωρίς να πει ούτε λέξη! Να στείλει μία μονάχα φράση ελπίδας και μετά να πέσει στα γόνατα για χάρη σας…
Κι εσείς να κοιμηθείτε ήρεμα και να ξυπνήσετε ακόμα πιο ήρεμα… Κι όταν ανοίξετε το κινητό σας, το πρώτο μήνυμα να είναι απ’ αυτόν τον άνθρωπο, που έψαξε να βρει και να στείλει το πιο κατάλληλο για την περίσταση βίντεο. Χωρίς άλλα λόγια δικά του. «Σιωπή» δική του, αλλά εκκωφαντική η έγνοια κι η αγάπη του… «Σιωπή» δική του, ώστε να σας παραπέμψει σ’ Αυτόν, όπου όντως πρέπει να στρέψετε την ελπίδα σας…
Νιώθω συγκινημένη, νιώθω τυχερή, νιώθω ευγνώμων για όλες τις ευκαιρίες που στέλνει ο Θεός στη ζωή μας. Απλά ευχαριστώ…
Τα μέτρα χαλαρώνουν. Εντάξει, σταδιακά… Φαντάζομαι χαίρομαι – όχι βέβαια όσο αυτοί που κάθονταν υπομονετικά μες στο σπίτι τους, σχεδόν δυο μήνες τώρα, γιατί εγώ ήμουν απ’ τους τυχερούς/άτυχους που δούλευαν όλο αυτό το διάστημα. Όμως η αίσθηση, ακόμα κι αν εγώ ήμουν έξω, ήταν περίεργη. Όλα δείχναν διαφορετικά. Όλα γίνονταν διαφορετικά. Η μετακίνησή μου στη δουλειά, το ωράριό μου, η σύνθεση της ομάδας μας, το πελατολόγιο – σχεδόν όλοι οι ηλικιωμένοι πελάτες έστελναν αντιπροσώπους – το τί πωλούνταν περισσότερο (αντισηπτικά, μάσκες, γάντια…). Όλα διαφορετικά…
Κι η ψυχοσύνθεση διαφορετική. Ημών αλλά και των πελατών. Αβεβαιότητα, φόβος, άγχος. Ρωτούσαν τη γνώμη μας για τα του ιού, ρωτούσαμε εμείς για την υγεία τους. Κάναμε πλάκα ρωτώντας πού πήγανε το Πάσχα, λέγαμε μεταξύ μας τ’ αστεία που έχουν κυκλοφορήσει – άπειρα! – για τον κορωνοϊό…
Ήταν κάτι διαφορετικό και θα συνεχίσει να είναι διαφορετικό. Απλά λιγάκι πιο εύκολο στην καθημερινότητά του.
Η αβεβαιότητα συνεχίζει να υπάρχει, ο φόβος ίσως τώρα να είναι ακόμα μεγαλύτερος. Σίγουρα κάποιοι θα συνεχίσουν την καραντίνα οικειοθελώς, γιατί αυτό θα τους παρέχει μιαν ασφάλεια. Σίγουρα οι νοσούντες ψυχικά επιβαρύνθηκαν, όπως και οι οικείοι τους. Σίγουρα οι καταστάσεις εκφοβισμού, κακοποίησης, λεκτικής ή σωματικής, θα χειροτέρεψαν. Σίγουρα κάποιοι θα έχασαν τη δουλειά τους ή έστω θα έχουν αυτή την αγωνία…
«Σίγουρα» πολλά μπορώ να πω. Αλλά σίγουρο δεν είναι τίποτα και για κανέναν. Γι’ αυτό ας φροντίσουμε τους εαυτούς μας, κι ας φροντίσουμε αυτούς που μπορούμε να φροντίσουμε με αγάπη κι αφοσίωση, ώστε όλοι να βγούμε απ’ αυτή την δοκιμασία όσο γίνεται αλώβητοι. Όχι ίδιοι – προς Θεού! – σίγουρα διαφορετικοί, αλλά να γίνουμε καλύτεροι! Κι οι όποιες πληγές μας, να είναι αφορμή αλληλεγγύης, συναδέλφωσης, μοιράσματος. Μοιράσματος του βάρους μας, της στενοχώριας μας, αλλα και των ικανοτήτων μας. Μοιράσματος εν τέλει της καρδιάς μας…
Σήμερα θα ‘θελα να σας πω για μια πελάτισσά μας ή μάλλον καλύτερα για την καλοσύνη κ την απλότητα κάποιων ανθρώπων…
Μ. Πέμπτη κι έρχεται στο φαρμακείο να πάρει καλλυντικά, τα περισσότερα για τη νεαρή κόρη της που πάσχει από κατάθλιψη, κι η οποία ντρέπεται να έρθει να τα ζητήσει η ίδια…
Σταθερή πελάτισσα, με βεβαρυμμένο οικογενειακό ιστορικό…
Πιάσαμε την κουβέντα και λέγε-λέγε, της είπα πως ήθελα να φτιάξω τσουρέκι για πρώτη φορά φέτος, αλλά πως δεν έβρισκα σε κανένα σούπερ μάρκετ μαστίχα. «Έχω εγώ», μου λέει, «κάτσε να πεταχτώ να σου φέρω»! Αρνήθηκα ευγενικά, αλλά εκείνη επέμενε κι έφυγε τρεχάτη για το σπίτι της.
Σε λίγο έρχεται, με ένα σακουλάκι του φαρμακείου 🙂, που είχε μέσα ένα βαζάκι μαστίχα κι ένα σακουλάκι μαχλέπι! «Μου περίσσευε κι αυτό», μου λέει, «οπότε σου έφερα, μήπως δεν έχεις»…
Θες απο συμπάθεια, θες απο ευγνωμοσύνη, βρήκε μια ευκαιρία να κάνει κάτι για μένα και το έκανε με όλη της την καρδιά!
Με συγκίνησε! Ήταν μια μεγάλη ηθική ανταμοιβή για μένα ως φαρμακοποιό… Πόσο όμορφο να χτίζεις τέτοιες αληθινές, ανθρώπινες σχέσεις με τους πελάτες σου…
«Είναι κάτι ψυχές που σήμερα το βράδυ δεν θα κατέβουν απο τον Σταυρό. Που δεν μπορούν να συμμεριστούν την χαρά της Αναστάσεως. Θέλουν μα δεν σκάει το γέλιο στα χείλη τους.
Θέλω να τους πω λοιπόν ότι όλοι μας έχουμε περάσει παρόμοιες αν όχι και ίδιες καταστάσεις. Τότε που όλα μύριζαν κόλαση και δυσκολευόμαστε να βρούμε το άρωμα του παραδείσου, να αναπνεύσουν άνοιξη τα μέσα μας. Τότε που ο πόνος σαν βαθύ πέπλο κύκλωνε την ψυχή και η χαρά των πολλών μας κούραζε. Είναι οι στιγμές αυτές που λες, μακάρι να ερχόταν ένας να μου πει, οτι κι αυτός πονάει, να μοιάσουμε, να μιλήσουμε, να συνεννοηθούμε, να μην νιώθω μόνος σε αυτό το σκοτάδι.
Σας καταλαβαίνω. Όμως ένα πράγμα θέλω να θυμάστε και να είστε βέβαιοι γι αυτό, ότι ο Σταυρός θα γίνει Ανάσταση. Θα έρθει η μέρα που θα γελάσετε πάλι και θα χαρείτε. Τώρα μοιάζει μακρινό, αλλά θα γίνει, να το θυμάστε.
Η Ανάσταση του Χριστού είναι η νίκη της ζωής απέναντι στον θάνατο. Ο θάνατος, και το κακό σήμερα δέχονται πλήγμα αφού η παντοδυναμία τους, η απειλή τους τερματίζει. Πλέον και στα πιο βαθιά σκοτάδια εισήλθε το Φως. Και στις πιο δύσκολες στιγμές φάνηκε η ελπίδα. Εκεί που όλα μοιάζουν νεκρά χωρά ξανά η ζωή, το νόημα, η ανάσταση. Μετα Χριστό τίποτε πλέον, δεν μπορεί να νικήσει την ζωή. Οσο, μα όσο κι αν αργεί, θα ξημερώσει…..
Κάθομαι στην κουζίνα, πίνοντας τον καφέ μου και χαμογελώ. Γιατί χαμογελάς; με ρωτάει ο Βασίλης.
Θυμήθηκα πως πέρυσι, τέτοια μέρα, ο γιος μου μαζί με τα υπόλοιπα «παπαδάκια» της ενορίας μας, χτυπούσαν με κοντάρια τενεκέδες, κι έσπαζαν κεραμίδια στην αυλή της εκκλησίας. Κι αρχι-μάστορας όλου αυτού του πανδαιμόνιου ήταν ο π. Χρ. που έχει καρδιά μικρού παιδιού και του αρέσει καθετί το φαντασμαγορικό! Κάθε γιορτή την κάνει πανηγύρι! Γελάει και χαίρεται κάθε κύτταρο του σώματός του!!! Και με τη βροντερή φωνή του ψέλνει το «Ανάστα ο Θεός» και σκορπίζει βάγια χαμογελώντας…
Τέτοια κάναμε πέρυσι τέτοια μέρα και κάθε πέρυσι… Αυτά κι άλλα πολλά είναι η ζωή της ενορίας μας, είναι η τροφή των «νεογνών» ενοριτών μας…
Αυτά σκέφτομαι και δεν παύω να χαμογελώ τούτο το πρωινό… Κι αισθάνομαι ευγνώμων που έχω τέτοιες αναμνήσεις να θυμάμαι και τέτοια «φωλιά» να κουρνιάζω…
Αυτή ήταν η μέρα που εμείς παντα βάφαμε τα αυγά στο πατρικό μου σπίτι. Μεγάλωσα πολύ μέχρι να καταλάβω ότι όλοι οι άλλοι τα βάφανε Μ. Πέμπτη, και πως ο λόγος που εμείς το κάναμε την επόμενη μέρα, ήταν απλούστατα πως αργία για τα φαρμακεία ήταν η Μ. Παρασκευή, ενώ μέχρι Μ. Πέμπτη δούλευαν κανονικά. Κι αυτό γιατί αυτός που έβαφε τα κόκκινα αυγά ήταν παντα ο πατέρας μου. Η μητέρα μου δεν ασχολούνταν ποτέ μ’ αυτό – αυτη έφτιαχνε παντα τα πασχαλινά κουλουράκια. Ο μπαμπάς μου λοιπόν αρχι-chef κι εγώ βοηθός του, να κοιτώ κ να μαθαίνω. Εγώ πάντα γυάλιζα τα αυγά, κολλούσα ενίοτε χαλκομανίες, που ήταν της μόδας στα μικράτα μου, ή καινοτομούσα (για τα δεδομένα του μπαμπά μου) χρησιμοποιώντας φυτά ως αποτύπωμα.
Είχαμε πάντα μια ειδική κατσαρόλα για το βράσιμο κ βάψιμο των αυγών, γιατί η αλήθεια ειναι πως πάντα υπήρχαν υπολείμματα βαφής στα τοιχώματά της.
Ακόμα και παντρεμένη πια, και με παιδιά, πήγαινα Μ. Παρασκευή στο πατρικό μου, για να βάψουμε με το μπαμπά μου τ’ αυγά – ήταν πια η δίκη μας δουλειά!
Φέτος, όπως καταλαβαίνετε, λόγω καραντίνας, είναι η χρονιά που δεν μπορώ να το κάνω αυτό. Χαίρομαι που ο μπαμπάς μου έβαψε αυγά, έστω και μόνος. Θα προσπαθήσω να το κάνω κι εγώ εδώ, μαζί με τα παιδιά μου. Γιατί πια η μέρα που κι η δίκη μου οικογένεια θα βάφει τ’ αυγά της ειναι η Μ. Παρασκευή, η επίσημη αργία για τους φαρμακοποιούς…
Συνεχιστής του στο φαρμακείο, στις ζεστές σχέσεις με τους πελάτες, συνεχιστής του και στο βάψιμο των αυγών τη Μ. Παρασκευή…
Μπαμπά μου, μαμά μου, Καλή Ανασταση! Μακάρι του χρόνου, να ειμαστε μαζί, να συνεχίσουμε την ωραία παράδοση των κόκκινων αυγών…